Τι κρύβεται πίσω από τις διαρροές του Μαξίμου για «περιορισμένες παροχές» στη ΔΕΘ και ποιους έχουν παραλήπτη n Η κρίσιμη Παρασκευή 8 Σεπτεμβρίου και το «δώρο» που περιμένει η Αθήνα

Στο δημοσιονομικό τερέν έχει μπει με ορμή φέτος η κυβέρνηση έχοντας αρκετά δύσκολους αντιπάλους όπως το χτίσιμο πλεονασμάτων και το τέρας των φυσικών καταστροφών. Επόπτες της «μάχης» είναι οι οίκοι αξιολόγησης, οι ξένες αγορές και διαιτητές είναι Κομισιόν και Βρυξέλλες και το Μαξίμου έχει μπροστά του το κόστος στήριξης των πληγέντων, την αποκατάσταση των ζημιών και να μετρηθεί η ζημιά σε παραγωγή και τουρισμό ενώ συνέπειες θα έχουν τα φορολογικά έσοδα, καθώς οι πληρωμές φόρων ανεστάλησαν για τους φορολογουμένους των πληγεισών περιοχών.

Οι τραγικές εξελίξεις με τις πυρκαγιές έχουν επισκιάσει τις κυβερνητικές διαβουλεύσεις για τη ΔΕΘ, αν και στα επιτελείο έχουν βάλει μπροστά κάποιες πρώτες σκέψεις για τις πρωθυπουργικές εξαγγελίες, οι οποίες θα έχουν πρωτίστως «μεταρρυθμιστικό καλάθι». Αυτό θα συνοδεύεται από ένα περίγραμμα στόχων για αυξήσεις εισοδημάτων σε βάθος χρόνου και σε μέτρα στήριξης για τους ευάλωτους έναντι της ακρίβειας.

Τα «κρυφά» μηνύματα, πίσω από τις κυβερνητικές διαρροές για τις μαζεμένες παροχές, κατά τη φετινή «ΔΕΘιάδα», έχουν αποστολέα κυρίως τους «έξω», δηλαδή τους ξένους αξιολογητές. Καλές πληροφορημένες πηγές μεταφέρουν στα «ΝΕΑ» ένα κλίμα αισιόδοξο σχετικά με το φθινοπωρινό ραντεβού των οίκων αξιολόγησης, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν επιθυμείται να χαλάσει. Αναγκαία είναι η ανάγκη πρόσθετων δαπανών λόγω πυρκαγιών και απαιτούνται νέοι πόροι για τη συνέχεια των έκτακτων κονδυλίων.

Ολα, λοιπόν, όσα έξτρα μπορεί να ληφθούν για το 2023 ή για το 2024 θα εξαρτηθούν από την τελική πορεία των φοροειπράξεων και η κυβέρνηση θα ανοίξει όλα τα χαρτιά της για μετά τον Οκτώβριο. Αναμένει τον έλεγχο της Κομισιόν στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου, τις αναβαθμίσεις των οίκων αξιολόγησης και φυσικά τα τελικά στοιχεία για τα έσοδα και την πορεία του ΑΕΠ στις αρχές Σεπτεμβρίου. Το 2023 φαίνεται να κλείνει μεν με πλεόνασμα άνω των προβλέψεων, κοντά το 1,5% (από 1, 1%), όμως για το 2024 η ευρωζώνη και η Ελλάδα σφίγγει το ζωνάρι με στόχο το περίπου 2,6%.

Οι στόχοι φέτος είναι κατ’ αρχάς η ακρίβεια και ο πληθωρισμός στα τρόφιμα και οι προκλήσεις, για τις οποίες αναφέρουν οι ξένοι οίκοι, όπως είναι η μέτρια μακροπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη της τάξης του 1%. Οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι είναι σημαντικές σε αυτό το μέτωπο, καθώς ο κλιματικός κίνδυνος περιορίζει τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη εάν οι καύσωνες και οι πυρκαγιές βλάψουν τους κρίσιμους τομείς του τουρισμού και της γεωργίας. Ανάλυση της Τράπεζας της Ελλάδος εκτιμά ότι η κλιματική αλλαγή μπορεί να κοστίσει στην ελληνική οικονομία από 577 δισ. έως 701 δισ. ευρώ έως το 2100. Αυτό είναι τριπλάσιο από το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας σήμερα.