Κάλαμος, το «κρυφό διαμάντι»
Την Κυριακή, στις 24 Αυγούστου, στις 11 το πρωί, η αρχαιολόγος Ειρήνη Γρατσία, συντονίστρια της Monumenta, της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας που έχει ως αντικείμενο την προστασία της φυσικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ελλάδας και της Κύπρου, θα πραγματοποιήσει μια δωρεάν ξενάγηση στο Αμφιάρειο. Αυτός ο –άγνωστος στους πολλούς– αρχαιολογικός χώρος υπήρξε το ξακουστό κέντρο του αρχαίου Ωρωπού και απέχει μόλις πέντε λεπτά με το αυτοκίνητο από την κεντρική πλατεία του χωριού του Καλάμου, ευρισκόμενος βορειοδυτικά αυτού. Είναι ανοιχτός κάθε μέρα από τις 8.30 το πρωί έως τις 3.30 το μεσημέρι, με το εισιτήριο γενικής εισόδου σε αυτόν να κοστίζει πέντε ευρώ.
Με αφορμή αυτή την ξενάγηση, αλλά και το εγχείρημα της Monumenta να καταγράψει τα μνημεία του Δήμου Ωρωπού, στον οποίο εντάχθηκε ο Κάλαμος πριν από δεκαπέντε χρόνια, περιηγηθήκαμε μαζί της πρώτα στο Αμφιάρειο και μετά στο χωριό –το οποίο κατά την απογραφή του 2011 μετρούσε 1.824 κατοίκους– και στο επίνειό του, τον οικισμό των Αγίων Αποστόλων. Στην ουσία, επιχειρήσαμε μια μονοήμερη εκδρομή σε έναν απροσδόκητο προορισμό. Τα δώρα της αβέβαια και μόνο «ρίσκο» η απόσταση των περίπου σαράντα πέντε χιλιομέτρων από το κέντρο της Αθήνας, που το πρωινό μιας καθημερινής μάς πήρε περίπου σαράντα λεπτά με το αυτοκίνητο για να τη διανύσουμε.
Το άγνωστο Αμφιάρειο
Την ώρα που παρκάρουμε πίσω από το φυλάκιο του Αμφιαρείου, ρίχνουμε κλεφτές ματιές προς τη μικρή κοιλάδα με τις πέτρες και τα μάρμαρα που απλώνεται μπροστά και κάτω μας. Πέραν του ήχου των τζιτζικιών και εκείνου που δημιουργεί ο δυνατός άνεμος όταν περνάει μέσα από τις φυλλωσιές των πεύκων, επικρατεί απόλυτη, μεσημεριανή, θερινή ησυχία. Περνάμε τη σιδερένια θύρα του αρχαιολογικού χώρου με ένα μπουκάλι παγωμένο νερό ανά χείρας και ένα χωμάτινο μονοπάτι μάς οδηγεί στα ερείπια των αρχαίων κτισμάτων, που ξεκίνησαν να οικοδομούνται τον 5ο αι. π.Χ. Ο Αμφιάραος, προς τιμήν του οποίου «στολίστηκε» αυτός ο τόπος, υπήρξε ένας από τους ηγέτες στην εκστρατεία Επτά επί Θήβας, ιδιαίτερα αγαπητός μυθικός ήρωας, μάντης και θεραπευτής, ο οποίος λατρεύτηκε ως θεός.

Η φήμη του Αμφιαρείου ήταν τέτοια κατά την αρχαιότητα που προσείλκυε προσκυνητές όχι μόνο από κοντινές περιοχές, αλλά και από τη σημερινή Ιταλία και την Τουρκία. Ο χώρος χωρίζεται σε δύο μέρη από το, πλέον ξερό, ποτάμι της Χαράδρας, που διέσχιζε την κοιλάδα. Στο «κάτω» μέρος, εκτός από τον ναό, έχουν ανασκαφεί, μεταξύ άλλων, τα ερείπια των λουτρών, του βωμού, της μεγάλης στοάς και του θεάτρου με τους καλοδιατηρημένους μαρμάρινους θρόνους που καταλήγουν σε πόδια λεόντων. Στο «επάνω» βρίσκονταν η περίφημη Κλεψύδρα (υδραυλικό ρολόι), η αγορά και τα ξενοδοχεία όπου έμεναν οι πιστοί που γύρευαν χρησμό ή θεραπεία από τον Αμφιάραο, ο οποίος φανερωνόταν στον ύπνο τους αφού είχαν κοιμηθεί πάνω στο δέρμα των ζώων που είχαν θυσιάσει, για να δώσει λύση στο πρόβλημα που τους τυραννούσε.

Έχοντας απασχολήσει τους νεότερους περιηγητές, η συστηματική ανασκαφή του Αμφιαρείου ξεκίνησε το 1884 από την Αρχαιολογική Εταιρεία, ενώ κατά τόπους έγιναν σημαντικές αναστηλώσεις. Βέβαια, οι επισκέπτες μπορούν να διακρίνουν επάνω στα ερείπια λευκά και μαύρα στίγματα, που μοιάζουν με μεγάλες σταγόνες από μπογιά. Πρόκειται για «άκακους λεκέδες» από μύκητες.
Γύρω από την πλατεία του Καλάμου
Αφού η κ. Γρατσία ολοκληρώσει την ξενάγησή της, από την οδό Αμφιαράου κατευθυνόμαστε προς την κεντρική πλατεία του χωριού, κάνοντας πρώτα μια στάση επί της ίδιας οδού, για να δούμε το παλιό συνεταιριστικό ελαιοτριβείο της περιοχής. Το κτίριό του ανεγέρθηκε πριν από ακριβώς εβδομήντα χρόνια και, πλέον, έχει δρομολογηθεί η αναδιαμόρφωσή του σε πολιτιστικό κέντρο-λαογραφικό μουσείο. Βρίσκουμε την πόρτα του ανοιχτή. Μπαίνουμε μέσα, δεν υπάρχει κανείς. Οι εικόνες του παραπέμπουν σε εγκατάλειψη. Η θέα από τα παράθυρά του στον Ευβοϊκό Κόλπο είναι μοναδική.

Την πλατεία του Καλάμου καταλαμβάνει σχεδόν ολόκληρη ο ιερός ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Πίσω του υπάρχει ένα μικρό σιντριβάνι, που δεν λειτουργεί. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή ημερομηνία κτίσεως αυτής της τρίκλιτης βασιλικής ηπειρώτικου τύπου, αλλά θεωρείται παλαιότερη του 1867, έτους που έχει χρονολογηθεί μια εικόνα της. Εξωτερικά ξεχωρίζει για τη λευκή όψη της, εσωτερικά για τα ξύλινα δοκάρια της σκεπής της, η οποία ανακατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1970. Απέναντι και πλάι της, επάνω σε μια πλακόστρωτη νησίδα στην οποία λιάζονται δύο χαριτωμένα κατάμαυρα σκυλιά, πριν από περίπου τρία χρόνια αποκαλύφθηκε ένα μνημείο, έργο του γλύπτη Γιάννη Σελεπέ, αφιερωμένο στον οπλαρχηγό Ιωάννη Καλαμιώτη, ήρωα του 1821.

Η εκκλησία παραμένει μέχρι σήμερα «πέρασμα». Αποτελεί το κέντρο γύρω από το οποίο απλώνεται η ζωή του Καλάμου. Η παιδική χαρά, το πολιτιστικό κέντρο, το ιατρείο, η μικρή αγορά που περιλαμβάνει τα «βασικά» (φούρνους, μπαρμπέρικο, φαρμακείο, σούπερ μάρκετ, καφέ, κρεοπωλείο κ.λπ.), όλα βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από τον ναό. Στον δε περίβολό του έλαβε χώρα τον Φεβρουάριο η ένατη αναβίωση του αρβανίτικου γάμου – οι παλαιότεροι, βέροι Καλαμιώτες είναι περήφανοι απόγονοι Αρβανιτών. Καθώς έχουμε φτάσει μεσημέρι και δεν κυκλοφορεί πολύς κόσμος, αποφασίζουμε να περπατήσουμε στα στενά του χωριού, για να παρατηρήσουμε την αρχιτεκτονική του.

Εντύπωση προκαλούν τα αρκετά πλινθόκτιστα και νεοκλασικά οικήματα. Κάποια εξ αυτών είναι εγκαταλελειμμένα στη μοίρα τους, με κάδους σκουπιδιών μπροστά τους. Άλλα έχουν αποκατασταθεί με σεβασμό στον αρχικό σχεδιασμό τους και στην κλίμακα του τοπίου. Κάποια τρίτα μοιάζουν «χαλασμένα» από τις επεμβάσεις. Αντιλαμβάνομαι, ενστικτωδώς, ένα άρρητο μοτίβο δόμησης. Μου φαίνεται ότι πολλά από τα παλιότερα σπίτια έχουν «ανοιχτό, εσωτερικό διάλογο» με τα νεότερα, τα χτισμένα από τη δεκαετία του 1960 έως εκείνη του 1990, που στέκουν πίσω, δίπλα ή εμπρός τους. Το λέω σε έναν Καλαμιώτη, τον οποίο χαιρετάω από το μπαλκόνι του. «Το παλιό, εδώ μπροστά, είναι το πατρικό μου», θα μου πει. «Αφού είχαμε το οικόπεδο, γιατί να μη χτίσουμε το δικό μας κοντά;»

Συνεχίζουμε την περιπλάνηση, σαν σύγχρονοι flâneures. Στα μπαλκόνια με τα λευκά φερ φορζέ έπιπλα μας γαβγίζουν χνουδωτά σκυλιά. Βλέπουμε όμορφους, προσεγμένους κήπους. Ένας κύριος που ξεκουράζεται στη σκιά της αυλής του θα μας μιλήσει για τα κοράλλια του – έχει από μία γλάστρα με δαύτα σε κάθε σκαλοπάτι του εξωτερικού κλιμακοστασίου που οδηγεί στην ταράτσα του σπιτιού του. Στις παλιές εξώθυρες, που είναι βαριές και σιδερένιες, υπάρχουν διακοσμήσεις. Οι ιδιοκτήτες τους συχνά τις κοσμούσαν με τα αρχικά τους. «Ήταν σημαντικές, γιατί ήταν το όριο που χώριζε τον ιδιωτικό χώρο από τον δημόσιο, από την πόρτα σχημάτιζε κανείς την πρώτη εικόνα για όσους έμεναν εκεί», μου εξηγεί η κ. Γρατσία. Πολλά από τα παλιά σπίτια έχουν εξώστη (χαγιάτι) και χτιστά, πέτρινα πατητήρια – ο μούστος και το κρασί παρασκευάζονταν εν οίκω.

Ποιοι να έμεναν στα εγκαταλελειμμένα σπίτια πριν ερειπώσουν; Όσοι ξέρουν και θα μπορούσαν να μας αφηγηθούν τις ιστορίες τους, μοιάζει να έχουν κρυφτεί. Περνάμε από συκιές που έχουν καρπίσει. Δίπλα από την άσφαλτο ξεπηδούν νυχτολούλουδα και λεβάντες – πιάνω τα άνθη τους με τα δάχτυλά μου και τα φέρνω στη μύτη μου. Στην περιοχή ευδοκιμούν, επίσης, δάφνες, αμυγδαλιές, μουσμουλιές και ελαιώνες. Σταματάμε για λίγο μπροστά από ένα πανέμορφο αρχοντικό, χτισμένο ανάμεσα σε πιο λαϊκές, παραδοσιακές κατοικίες, το 1898 – καταπώς μαρτυράει μια σχετική επιγραφή. Το φωτογραφίζουμε και πριν πέσει ο ήλιος αποφασίζουμε να κατηφορίσουμε προς το παράλιο μέτωπο του χωριού.
Στη θάλασσα των Αγίων Αποστόλων
Από την πλατεία όπου έχουμε παρκάρει, επιβαίνουμε ξανά στο αυτοκίνητο για να κατευθυνθούμε προς τους Αγίους Αποστόλους, που κάποτε ήταν ψαροχώρι. Φτάνουμε σε λιγότερο από δέκα λεπτά, έχοντας σταματήσει στη διαδρομή για ένα πανοραμικό «κλικ» του τοπίου. Αν είχαμε επιλέξει να περπατήσουμε, αυτή η διαδρομή θα μας έπαιρνε πάνω από μισή ώρα. Ο πλέον καθαρά παραθεριστικός οικισμός πήρε το όνομά του από έναν ναό που υπήρχε στην περιοχή, ο οποίος κάηκε και οικοδομήθηκε ξανά. Ο νεότερος ναός των Αγίων Αποστόλων παραμένει ημιτελής. Στο λιμάνι, που επικοινωνεί με την Εύβοια, ξεκουράζονται ψαροκάικα.
Στα μπαλκόνια με τα λευκά φερ φορζέ έπιπλα μας γαβγίζουν χνουδωτά σκυλιά. Βλέπουμε όμορφους κήπους. Περνάμε από συκιές που έχουν καρπίσει. Δίπλα από την άσφαλτο ξεπηδούν λεβάντες.
Η ζωή εκεί, αν τη δει κάποιος «φωτογραφικά», μοιάζει επιλεκτικά σταματημένη στη δεκαετία του 1970. Σίγουρα, όμως, είναι πιο περίπλοκα τα πράγματα. Σε κάθε περίπτωση, όλο το «νταβαντούρι» εκτείνεται παρά θίν’ αλός, λες και δεν υπάρχει ενδοχώρα. Επί της παραλίας –που συνεχίζει για περίπου τρία χιλιόμετρα– με την εξωτική φοινικοστοιχία βρίσκονται συγκεντρωμένες οι καφετέριες, οι ταβέρνες, τα μπαρ και οι τζελατερίες. Υπάρχουν τραπεζοκαθίσματα πάνω στη βοτσαλωτή ακτή, ριγέ σεζλόνγκ, αφίσες που διαφημίζουν εμφανίσεις λαϊκών βάρδων. Υπάρχουν ηλικιωμένα ζευγάρια και οικογένειες με μικρά παιδιά που έχουν έρθει έως εδώ για να απολαύσουν όσα έχουν να προσφέρει ο ήλιος και η θάλασσα.

Ψάχνω να βρω αν έχω μνήμες από άλλο τέτοιο μέρος. Αναρωτιέμαι αν μοιάζει με το Ζούμπερι των ’80s, στο οποίο πέρασα το πρώτα μου καλοκαίρια. Αμέσως μετά σκέφτομαι ότι τον χειμώνα θα θυμίζει την Κινέττα του Γιώργου Λάνθιμου. Η δόμηση είναι άναρχη και αυτό δίνει στην περιοχή έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Πολλές από τις επιχειρήσεις –υπάρχει και ένα εποχικό βιβλιοπωλείο– ανήκουν σε Καλαμιώτες – ή τις «τρέχουν» άνθρωποι που κατεβαίνουν γι’ αυτόν τον σκοπό από το χωριό τα καλοκαίρια. Εγώ, όμως, θα ερχόμουν μέχρι εδώ αν δεν με έφερναν οι απαιτήσεις του ρεπορτάζ;

Το 1967, επί του παραλιακού μετώπου των Αγίων Αποστόλων, εγκαινιάστηκε ο θερινός κινηματογράφος Μαριάνα, που, ειρήσθω εν παρόδω, αποτελεί το φόντο σε κάποιες σκηνές της Ευτυχίας (2019) του Άγγελου Φραντζή. Χτίστηκε σε σχέδια του Αλέκου Βασιλειάδη, με τα χαρακτηριστικά του να εντάσσονται στο ρεύμα του ύστερου μοντερνισμού. Έχει προσφάτως ανακαινιστεί κι εντός των εγκαταστάσεών του λειτουργούν καφέ και πιτσαρία. Μοιάζει σαν κάποιος να τον ξερίζωσε από την Κυανή Ακτή των ’60s και να τον μεταφύτεψε στην αττική γη. Μόνο και μόνο για την εμπειρία του, ναι, θα ερχόμουν στους Αγίους Αποστόλους από την Αθήνα. Όσο για ολόκληρη τη μεγάλη βόλτα που ξεκινήσαμε από το Αμφιάρειο; Μα τον Τουτάτη, άξιζε!
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.