Στους λεπρούς γνώρισα το θαύμα
Το ραντεβού με τον Ελβετό οδοντίατρο Ζουλιέν Γκριβέλ ήταν για πρωινό σε ξενοδοχείο στη Θεσσαλονίκη. Οσο τον περίμενα είχα αγωνία για το εάν θα ερχόταν. Τον είχα συναντήσει τυχαία στον δρόμο την προηγούμενη ημέρα. Εχοντας μάθει την ιστορία του –παρακολουθούσε για 27 χρόνια εθελοντικά χανσενικούς (λεπρούς) ασθενείς–, του είχα ζητήσει να συναντηθούμε. Είχε δεχθεί με χαρά, αλλά ήταν βιαστικός, δεν είχε σημειώσει κάπου το ραντεβού μας, ούτε είχε το τηλέφωνό μου. Εάν κάτι άλλαζε στο πρόγραμμά του δεν θα είχε τρόπο να με βρει. Και όμως, στις 9 π.μ. ακριβώς εμφανίστηκε χαμογελαστός και κάθισε στο τραπέζι.
Δύο ημέρες νωρίτερα είχε προβληθεί, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ, το «Σμιλεμένες ψυχές», ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του. Η ανταπόκριση του κοινού ήταν συγκινητική. Οταν ο σκηνοθέτης Σταύρος Ψυλλάκης τον ανέβασε στη σκηνή, όλοι οι θεατές σηκώθηκαν και τους χειροκροτούσαν για ώρα. «Νιώσαμε την αίθουσα σαν μια μεγάλη αγκαλιά. Είχε ζεστασιά, γέλια και κλάματα», λέει ο Ζουλιέν. Εκεί, στο σινεμά Ολύμπιον, μίλησε για τη «διανοητική σχέση» του με την Ελλάδα. «Αρχικά η σχέση ήταν πολιτιστική, τουριστική, ιστορική, μυθολογική. Με τα χρόνια, όμως, απέκτησε άλλη διάσταση για εμένα. Είναι ένα μάθημα ζωής».
Τον ρωτάω για το ξεκίνημα αυτής της σχέσης – πρώτη φορά ταξίδεψε το 1971 στη Σαντορίνη για διακοπές. Eνα χρόνο αργότερα, όμως, έφθανε μαζί με έναν καλό του φίλο στην πύλη του νοσοκομείου λοιμωδών νόσων «Η Αγία Βαρβάρα». Ο φίλος του τού είχε ζητήσει βοήθεια για να περιποιηθούν τα δόντια ενός ασθενούς. «Μου είχε πει, ας πιούμε καλύτερα μια ρακή πρώτα. Δεν ήξερα τι να περιμένω», λέει. Εκείνη την ημέρα αντίκρισε για πρώτη φορά τον Επαμεινώνδα Ρεμουντάκη. Στο δωμάτιό του, ο Ζουλιέν ήπιε τη δεύτερη ρακή της ημέρας με μέλι ζεστό. «Εχω ακόμα τη γεύση στο στόμα μου», λέει. Τα πάντα θυμάται από εκείνη την πρώτη επίσκεψη. «Ο Ρεμουντάκης είχε ακρωτηριασμούς, τύφλωση, αλλά αγέρωχο παράστημα».
Παρότι, όπως λέει, το σχέδιό του ήταν μικρό –να φτιάξει τα δόντια του συγκεκριμένου ασθενούς και να επιστρέψει στην Ελβετία, όπου είχε μόλις ανοίξει το ιατρείο του–, εκείνη η εβδομάδα ήταν καθοριστική. «Γνώρισα ανθρώπους με μια ζωή διαλυμένη και βάρβαρη μοίρα. Ωστόσο, παρέμειναν όρθιοι, με αισιοδοξία, δύναμη και χιούμορ. Για εμένα ήταν ένα θαύμα». Φεύγοντας, ήταν βέβαιος ότι κάποτε θα επιστρέψει.
«Ελλάδα, η δική μου Ιθάκη»
Από τη Γενεύη αργότερα, με τη Μεταπολίτευση στην Ελλάδα, έστειλε ένα γράμμα στον τότε υπουργό Σπύρο Δοξιάδη ζητώντας του να συνεχίσει αυτή την εθελοντική δραστηριότητα. Παρότι υπήρχε Ελληνας οδοντίατρος που επισκεπτόταν το νοσοκομείο, ο Δοξιάδης τού έδωσε χωρίς δεύτερη σκέψη άδεια για έναν άλλο λόγο.
Ο ερχομός ενός ξένου γιατρού, του είχε πει, θα μπορούσε να διατηρήσει τη φλόγα της ελπίδας σε αυτούς τους ανθρώπους που όχι μόνο είχαν προσβληθεί από τη νόσο, αλλά είχαν υποφέρει από προκατάληψη και απόρριψη. Οι περισσότεροι από αυτούς είχαν ζήσει για χρόνια σε απομόνωση στη Σπιναλόγκα.
Υιοθετώντας τη γλώσσα σας, υιοθέτησα ασυνείδητα και τη σκέψη σας. Είναι μια εσωτερική κατάδυση σε μια χώρα που μου έδωσε και μου δίνει ακόμα και σήμερα.
Οσο μιλούσαμε, ένιωθα πως από τα διπλανά τραπέζια παρακολουθούσαν τη συζήτησή μας. Οι περισσότεροι, επίσης καλεσμένοι του φεστιβάλ, προφανώς τον είχαν αναγνωρίσει. Στο σημείο όμως αυτό της συζήτησης, ένας από τους ακροατές παρενέβη: «O Σπύρος (Δοξιάδης) ήταν ο θείος μου!» είπε στον Ζουλιέν με ενθουσιασμό. «Μικρός ο κόσμος», απάντησε εκείνος. Οι δύο άνδρες κουβέντιασαν λίγο και γρήγορα αντάλλαξαν στοιχεία για να του στείλει ο Ζουλιέν το βιβλίο του «Ελλάδα, η δική μου Ιθάκη».
Εχοντας παρακολουθήσει το ντοκιμαντέρ και τώρα μιλώντας μαζί του, καταλάβαινα πως πρόκειται για έναν ιδιαίτερα ανοιχτό και θετικό άνθρωπο. Τον ρωτάω εάν ποτέ ένιωσε να ζορίζεται στο ελληνικό νοσοκομείο. «Βέβαια! Ηταν πολλές οι στιγμές που αναρωτήθηκα τι κάνω εγώ εδώ. Ημουν κουρασμένος από τη δουλειά μου στη Γενεύη και έμπαινα σε μια ακόμα πιο δύσκολη κατάσταση. Τότε το νοσοκομείο είχε 400 ασθενείς και πάρα πολλή δουλειά», θυμάται. Δεν το έβαλε όμως κάτω. Για 27 χρόνια, δύο φορές τον χρόνο, για δύο εβδομάδες κάθε φορά, ουσιαστικά στη διάρκεια των διακοπών του, ταξίδευε στην Αθήνα. Εμενε σε ένα συγκεκριμένο ξενοδοχείο στην Ομόνοια, έπαιρνε κάθε πρωί το λεωφορείο 839 και έφθανε στο Αιγάλεω.
Σε μια από τις πρώτες επισκέψεις, κάποιος του μετέφρασε κάτι που είχε πει ένας ασθενής. «Με αυτές τις δοκιμασίες βγαίνει όμορφα σμιλεμένη η ψυχή του ανθρώπου». Τα έχασε με το βάθος της σκέψης. Η ανάγκη του να μιλήσει ελληνικά για να γνωρίσει καλύτερα αυτούς τους ανθρώπους ήταν επιτακτική. «Στην αρχή δεν ήξερα ούτε τα κολλυβογράμματα», λέει γελώντας, σε άπταιστα πλέον ελληνικά. Τον πρώτο καιρό είχε μαζί του ένα αυτοσχέδιο οδοντιατρικό λεξικό που του είχαν φτιάξει κάποιοι Ελληνες φίλοι.
«Ανοίξτε το στόμα σας. Φτύστε στη λεκάνη. Θα σας κάνω σφράγισμα, και τα λοιπά. Eτρεχα από τον ασθενή στο σκονάκι που είχα στον τοίχο». Πίσω στη Γενεύη, βρήκε ένα ελληνικό σχολείο και ξεκίνησε εντατικά μαθήματα. «Υιοθετώντας τη γλώσσα σας, υιοθέτησα ασυνείδητα και τη σκέψη σας. Είναι μια εσωτερική κατάδυση σε μια χώρα που μου έδωσε και μου δίνει ακόμα και σήμερα».
Είχε πραγματικό ενδιαφέρον για τις ιστορίες των ασθενών, την καταγωγή, τις οικογένειές τους. Τους έκανε ερωτήσεις και έβλεπε τα πρόσωπά τους να φωτίζονται. Εκείνοι, με τη σειρά τους, του έδειχναν με κάθε τρόπο την ευγνωμοσύνη τους. Ενας ασθενής τού έφερνε κάθε πρωί τριαντάφυλλα για να «φωτίσουν την ημέρα του». Υπάρχουν αμέτρητες στιγμές που του έχουν μείνει – όπως όταν αντίκρισε έναν ασθενή που είχε χάσει το πόδι, το φως του και πρόσφατα είχε πεθάνει η γυναίκα του.
Καθόταν συνήθως μοναχός του σε ένα παγκάκι και ένα απόγευμα τον είδε να έχει ένα κλωναράκι λεβάντας κάτω από τη μύτη του και να μυρίζει το άρωμα. «Γύρισε προς εμένα και μου είπε με μια αίσθηση ικανοποίησης πόσο του αρέσει το άρωμα της λεβάντας. Σκέφτηκα τότε, τι απίστευτη αντίθεση. Από τη μία απελπισία, από την άλλη ανακούφιση. Εδειχναν μια απίστευτη ψυχική ανθεκτικότητα και με έμαθαν πραγματικά να κοιτάζω την εσωτερική ομορφιά του ανθρώπου. Μου έμαθαν επίσης το κουράγιο. Πρόσφατα έμαθα πως έχω καρκίνο και με αυτή τη διάγνωση, περιέργως, έμεινα ήρεμος. Ξέρω πως το οφείλω σε αυτούς τους ανθρώπους», εξομολογείται. Ολοκλήρωσε τη θεραπεία και είναι καλά – «Προ-σωρινά καλά», συμπληρώνει.
Διακοπές στο νοσοκομείο
Τέλη της δεκαετίας του ’70 ο Ζουλιέν γνώρισε στην Ελβετία την Κριστιάν. Εγιναν ζευγάρι και όταν κάποια στιγμή στην αρχή της σχέσης τους της ανέφερε πως περνάει τις διακοπές του σε ένα νοσοκομείο στην Ελλάδα, εκείνη, που είναι νοσοκόμα, ζήτησε να τον συνοδεύσει. Τα επόμενα χρόνια, τις περισσότερες φορές, έρχονταν μαζί. «Πολλές φορές τη ρωτούσα: Μα δεν θέλεις να πας σε κάποιο νησί, να χαρείς τη θάλασσα;
Εκείνη όμως ήθελε να είναι εκεί μαζί μου, πάντα με ένα χαμόγελο». Οταν αποφάσισαν να παντρευτούν, ήταν και για τους δύο αυτονόητο πως θα το έκαναν στο δημαρχείο της Αγίας Βαρβάρας. «Θέλαμε να έχουμε το όνομα αυτό γραμμένο στο μυαλό μας και στη βέρα μας», λέει. Η Κριστιάν δεν ήταν μαζί του στη Θεσσαλονίκη για την πρεμιέρα του ντοκιμαντέρ – ο γιος της περνάει μια περιπέτεια υγείας και κάθισε στο πλευρό του. Το καλοκαίρι όμως ελπίζει πως θα επιστρέψουν και πάλι μαζί στην Ελλάδα.
Αναζητώντας τις λέξεις
Το 1998 ήταν η τελευταία χρονιά που πήγε στην Αγία Βαρβάρα ως
οδοντίατρος. Εκτοτε, βέβαια, κάθε χρόνο επιστρέφει κάνοντας επισκέψεις
αλλά και για διακοπές. Προτιμάει τα νησιά που έχουν φύση αδάμαστη» και
βέβαια την Κρήτη όπου έχει φίλους – κυρίως συγγενείς ασθενών που τον
νιώθουν δικό τους άνθρωπο. Στην
Ελλάδα έχει νιώσει τη φιλοξενία και την αγάπη ακόμα και στα πιο
αναπάντεχα μέρη. Στο ξενοδοχείο Dorian Inn στην Ομόνοια, όπου πάντα
μένει, έδωσαν το όνομά του στον δέκατο όροφο. Πριν από δύο χρόνια τον
τίμησε ο Δήμος Αγίας Βαρβάρας ανακηρύσσοντάς τον επίτιμο δημότη. Εκεί
γνώρισε τον
Σταύρο Ψυλλάκη. «Με προσέγγισε και μου είπε πως θα ήθελε να κάνει ένα
ντοκιμαντέρ. Οχι για ό,τι έκανα, αλλά για ό,τι είμαι. Τα έχασα γιατί
ποτέ δεν είχα σκεφτεί πως μπορεί κάποιος να έχει ενδιαφέρον για το ποιος
είμαι. Δέχθηκα και ξεκίνησα μια αναζήτηση των λέξεων για να μπορέσω να
μιλήσω για όλη αυτή την εμπειρία ζωής».
*Το ντοκιμαντέρ «Σμιλεμένες ψυχές» θα προβάλλεται ξανά από τη Δευτέρα του Πάσχα 21/4 έως και την Τετάρτη 22/4, στις 18.30, στην αίθουσα «Δαναός 2» στην Αθήνα.
Κεντρική φωτογραφία: Οι χανσενικοί ασθενείς «με έμαθαν πραγματικά να κοιτάζω την εσωτερική ομορφιά του ανθρώπου», λέει ο Ζουλιέν Γκριβέλ. «Μου έμαθαν επίσης το κουράγιο. Πρόσφατα έμαθα πως έχω καρκίνο και με αυτή τη διάγνωση, περιέργως, έμεινα ήρεμος. Ξέρω πως το οφείλω σε αυτούς τους ανθρώπους».
Post Comment
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.