Απόρρητη τουρκική έκθεση

Ο κίνδυνος να υπονομευθεί η διεκδίκηση ενός ηγεμονικού περιφερειακού ρόλου για την Τουρκία από την αεροπορική υπεροπλία του Ισραήλ αλλά και της Ελλάδας, είναι ο λόγος της μεγάλης κινητοποίησης της Αγκυρας προκειμένου να καλύψει αυτό το κενό και να αποκαταστήσει την ισορροπία δυνάμεων στον αέρα.
Απόρρητη τουρκική έκθεση: Γιατί η Άγκυρα φοβάται τα F-35 του Ισραήλ και τα Rafale της Ελλάδας
Το think tank SETA, που είναι στενά συνδεδεμένο με το καθεστώς της Άγκυρας, χαρακτηρίζει «γερασμένο και στα όριά του τον στόλο των F-16» και λέει ότι «δεν αρκούν τα Eurofighter για να αποκατασταθεί η ισορροπία δυνάμεων»
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο
παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και
ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Η αγωνία της τουρκικής ηγεσίας, η οποία εκδηλώνεται τους τελευταίους μήνες τόσο με τις προσπάθειες άρσης των αμερικανικών κυρώσεων για τα F-35 όσο και των γερμανικών και γαλλικών αντιρρήσεων για τα Eurofighter Typhoon και την εξασφάλιση των αναγκαίων υλικών για την ανάπτυξη του τουρκικού μαχητικού KAAN, μαρτυρά τη ζωτική σημασία που αποκτά το ζήτημα της αποκατάστασης της ισορροπίας στον αέρα, η οποία έχει διαταραχθεί τα τελευταία χρόνια εις βάρος της Τουρκίας.

Μετά και την εμπειρία των πρόσφατων πολεμικών γεγονότων στη Γάζα και τη Συρία, αλλά και με την επίθεση στο Ιράν, η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να διεκδικήσει περιφερειακό ρόλο και μάλιστα ως αντίβαρο του Ισραήλ, όταν η αεροπορία της, με τον γερασμένο στόλο των F-16, δεν μπορεί να «ξεμυτίσει» παρά μόνο στο Ιράκ.
Ούτε, φυσικά, να αποτελέσει απειλή για το Ισραήλ, το οποίο, στηριζόμενο κυρίως στην αεροπορική ισχύ του, επιβάλλει τον δικό του «νόμο» στον εναέριο χώρο της ευρύτερης περιοχής. Ενα από τα πολύ γνωστά και στενά συνδεδεμένα με την κυβέρνηση Ερντογάν και τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες think tank, το SETA, με έκθεσή του προειδοποιεί ότι η Τουρκία «πρέπει να αποκτήσει επαρκείς ποσοτικές και ποιοτικές δυνατότητες στον αέρα, την αεράμυνα και το διάστημα απέναντι σε δύο ταυτόχρονες απειλές με εξωτερική υποστήριξη, το Ισραήλ και την Ελλάδα».

Αρνητική εικόνα
Η έκθεση παρουσιάζει μια εξαιρετικά αρνητική εικόνα για τις δυνατότητες της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας, με την προειδοποίηση ότι η Τουρκία κινδυνεύει να χάσει έδαφος έναντι των περιφερειακών ανταγωνιστών της, εάν δεν εκσυγχρονίσει και επεκτείνει τον στόλο των μαχητικών της.Η SETA στην έκθεσή της υποστηρίζει ότι το Ισραήλ και η Ελλάδα, με την υποστήριξη δυτικών συμμαχιών και προηγμένων στρατιωτικών τεχνολογιών, έχουν αποκτήσει στρατηγικό πλεονέκτημα που θα μπορούσε να υπονομεύσει τα τουρκικά συμφέροντα ασφαλείας.
Σύμφωνα με την ανάλυση της SETA, ο βασικός κορμός της Τουρκικής Αεροπορίας από τη δεκαετία του ’80 , ο στόλος των F-16, πλησιάζει στο τέλος της επιχειρησιακής του ζωής, και η Τουρκία «δεν μπορεί να βασίζεται σε απαρχαιωμένα συστήματα όταν αντιμετωπίζει αντιπάλους που διαθέτουν μαχητικά πέμπτης γενιάς και ολοκληρωμένα δίκτυα άμυνας». Προτείνει δε την άμεση προμήθεια νέων μαχητικών και επενδύσεις σε εγχώρια προγράμματα για τη διατήρηση της αποτρεπτικής ικανότητας και της στρατηγικής ανεξαρτησίας.

Η έκθεση κάνει αναφορά στην προκαταρκτική συμφωνία για την αγορά μαχητικών Eurofighter Typhoon από την Τουρκία, ώστε να καλυφθεί το κενό που δημιουργήθηκε από την αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα F-35 λόγω της αγοράς των ρωσικών συστημάτων αεράμυνας S-400, επισημαίνοντας όμως ότι η αγορά των Eurofighter είναι αναγκαία προσωρινή λύση, καθώς μόνο η επανένταξη στο πρόγραμμα των F-35 θα «επανέφερε το ποιοτικό πλεονέκτημα της Τουρκίας».
Στην ανάλυσή της για τις περιφερειακές ισορροπίες, η SETA κάνει ειδική αναφορά στην Ελλάδα και το Ισραήλ, επισημαίνοντας ότι το Ισραήλ διαθέτει έναν συνδυασμό μαχητικών F-15I και F-35I Adir, με περισσότερα από 36 αεροσκάφη stealth σε ενεργή υπηρεσία, ενώ η Ελλάδα εκσυγχρονίζει τα F-16 της στο επίπεδο F-16V και ενισχύει τους αμυντικούς της δεσμούς με τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Παραλείπει, πάντως, τεχνηέντως να αναφερθεί στην ένταξη των Rafale στην Ελληνική Αεροπορία, τα οποία έχουν διευρύνει τη διαφορά αεροπορικής ισχύος με την Τουρκία.
Και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «αυτά τα κράτη (σ.σ.: Ελλάδα και Ισραήλ) αξιοποίησαν τις δυτικές συμμαχίες για να δημιουργήσουν αεροπορίες ικανές να προβάλουν ισχύ, και η Τουρκία πρέπει να είναι προετοιμασμένη να τις αντιμετωπίσει», θέτοντας ως στόχο τη δημιουργία στόλου ικανού για επιχειρήσεις σε πολλαπλά μέτωπα, με ελάχιστο απόθεμα 500 μαχητικών έτοιμων προς μάχη.
Καταγράφοντας τη δυσμενή εικόνα της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας, η έκθεση αναφέρει ότι ο σημερινός στόλος της Τουρκίας περιλαμβάνει περίπου 235 F-16C/D Block 30/40/50+, πολλά εκ των οποίων έχουν εκσυγχρονιστεί μέσω του προγράμματος ÖZGÜR, που ενσωματώνει εγχώρια ανεπτυγμένα ραντάρ, αισθητήρες και πυρομαχικά μακράς ακτίνας. Ωστόσο, η SETA επισημαίνει ότι ο εκσυγχρονισμός από μόνος του δεν αρκεί. «Ακόμα και με αναβαθμίσεις, το δομικό όριο ζωής πολλών F-16 είναι περιορισμένο».

Σε ό,τι αφορά το εγχώριο μαχητικό KAAN, που αναπτύσσεται από την Turkish Aerospace Industries, η έκθεση εκτιμά ότι θα μπορούσε να έχει μεταμορφωτικό ρόλο μετά την αναμενόμενη είσοδό του σε υπηρεσία από το 2028 και μετά. Το KAAN σχεδιάζεται ως μαχητικό πέμπτης γενιάς με δυνατότητες stealth και ενοποίησης με μη επανδρωμένα σκάφη όπως τα ANKA-3 και Kızılelma.
Παράλληλα, η SETA συνιστά την ανάπτυξη και τον γενικό εκσυγχρονισμό της αεράμυνας και των συστημάτων ραντάρ της Τουρκίας, ιδίως για την αντιμετώπιση αεροσκαφών stealth. «Η Τουρκία πρέπει να μπορεί να αμυνθεί, να αποτρέπει επιθέσεις και -αν χρειαστεί- να πλήξει αντιπάλους χωρίς να εξαρτάται από εξωτερικές άδειες ή να υπόκειται σε εμπάργκο», δηλώνει η έκθεση.
Η ανάλυση της SETA συνδέει αυτές τις στρατιωτικές ανάγκες της Τουρκίας με τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Επισημαίνει τη διευρυνόμενη αμυντική συνεργασία της Ελλάδας με το Ισραήλ, τις ΗΠΑ και την Ε.Ε., ως παράγοντα που ενδέχεται να απομονώσει την Τουρκία αν δεν αντιμετωπιστεί.
«Οι συνδυασμένες αεροπορικές δυνατότητες της Ελλάδας και του Ισραήλ, με υποστήριξη από δυτικές δυνάμεις, συνιστούν διπλή πρόκληση, την οποία η Τουρκία οφείλει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει με μια ολιστική προσέγγιση που θα συνδυάζει εξωτερικές αγορές με εγχώρια καινοτομία».
Το παράδειγμα της Λιβύης
Η έκθεση καταλήγει τονίζοντας ότι η κυριαρχία στον αέρα είναι ζωτικής σημασίας για την περιφερειακή επιρροή της Τουρκίας και την ικανότητά της να ανταποκρίνεται σε κρίσεις. Αναφέρεται στις επιχειρήσεις στη Λιβύη την περίοδο 2019-2020 ως απόδειξη ότι οι δυνατότητες μακράς εμβέλειας και μεγάλου ύψους οροφής είναι καθοριστικές στις σύγχρονες συγκρούσεις. Χωρίς αυτές, η Τουρκία κινδυνεύει να χάσει την πρωτοβουλία σε μελλοντικές αναμετρήσεις.Στα συμπεράσματα της έκθεσης επισημαίνεται ότι:
«Η Τουρκία βρίσκεται στο κατώφλι ενός σημαντικού ορόσημου όσον αφορά την προμήθεια μαχητικών αεροσκαφών. Στις σύγχρονες συγκρούσεις, η ύπαρξη μιας αυτάρκους αεροπορικής βιομηχανίας που δεν εξαρτάται από ξένες χώρες έχει καταστεί καθοριστικό στοιχείο της εθνικής άμυνας, κάτι που έγινε ξεκάθαρο κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης μεταξύ Ιράν και Ισραήλ».
Ως εκ τούτου, είναι πλέον ζωτικής σημασίας για την Τουρκία να εξασφαλίσει αεροπορική υπεροχή, όταν αυτό απαιτείται, ώστε να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της σε συγκρούσεις εντός της πρώτης και δεύτερης σφαίρας επιρροής της.
Η SETA προβαίνει μάλιστα σε αξιολόγηση και καταγραφή των κινήσεων στις οποίες πρέπει να προχωρήσει η Τουρκία προκειμένου να αντιμετωπίσει «τις ανταγωνίστριες χώρες για περιφερειακή ισχύ»:
Αναβάθμιση του υφιστάμενου στόλου μαχητικών, υπερβαίνοντας τις καθιερωμένες τεχνολογίες, κάλυψη των αναγκών για μαχητικά πολλαπλών ρόλων μέσω της προμήθειας νέων F-16, απόκτηση υπεροχής στον ελιγμό και την ισχύ πυρός σε μεγάλο ύψος με την προμήθεια των Eurofighter, ικανών να αντιμετωπίσουν αεροσκάφη όπως τα Rafale, επιδίωξη συμφωνίας για ένταξη των F-35 στο οπλοστάσιο, ώστε να επιτευχθεί ποιοτική υπεροχή, εδραίωση της δυναμικής που αναπτύχθηκε με τα προγράμματα Hürkuş και Hürjet, με επίκεντρο το πρόγραμμα KAAN, διασφαλίζοντας μακροπρόθεσμα την προμήθεια εγχώριων μαχητικών αεροσκαφών, ανάδειξη του Hürjet ως μακροπρόθεσμης εναλλακτικής των F-16, προμήθεια και ενσωμάτωση προηγμένων στρατηγικών UAV με χαρακτηριστικά stealth, μεγάλης εμβέλειας, υψηλού υψομέτρου, παρατεταμένης παραμονής στον αέρα και υποστήριξη από Τεχνητή Νοημοσύνη, όπως το ANKA-3, στο πλαίσιο του συνόλου των μαχητικών δυνατοτήτων της χώρας.
Φωτογραφίες: Getty images / Ideal image
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.