Music Of The Day

Εκτακτες ειδήσεις

Το carry trade, η Τουρκία και η Ελλάδα

Το carry trade, η Τουρκία και η Ελλάδα


Από Analyst Team στις 30 Αυγούστου 2025

ή εκτός της Ευρωζώνης – πως είναι λοιπόν εγκλωβισμένη πια, με δημόσιο χρέος που υπερβαίνει το 150% του ΑΕΠ της, με συνεχή ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών, τα οποία αυξάνουν συνεχώς το εξωτερικό της χρέος (είναι υψηλότερο από της Τουρκίας που όμως έχει υπερτετραπλάσιο ΑΕΠ στα 1,32 τρις $), με ένα χρεοκοπημένο οικονομικό μοντέλο και με τα πάγια της (δημόσια περιουσία) αφενός μεν να έχουν μεταφερθεί στο Υπερταμείο των ξένων, αφετέρου να ξεπουλιούνται. Μπορεί βέβαια να εξασφαλίζει η Ευρωζώνη τη μη κρατική πτώχευση της Ελλάδας, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, αλλά στην ουσία προκαλεί τη σταδιακή χρεοκοπία των Πολιτών της. Πώς; Μέσα από την πτώση των πραγματικών μισθών τους που έχουν το ρόλο της νομισματικής υποτίμησης, από την υπερφορολόγηση τους, από την απώλεια των περιουσιακών τους στοιχείων κλπ. – έναν αργό θάνατο που μπορεί ανά πάσα στιγμή να επιταχυνθεί.

Ανάλυση

Όπως έχουν γράψει σχετικά πρόσφατα οι Financial Times (πηγή), το μεξικανικό πέσο, το οποίο είχε καταρρεύσει λόγω των δασμών που ανακοίνωσε ο Trump, ανέκαμψε – επειδή επανεκκινήθηκαν τα «carry trades». Τι σημαίνει αυτό; Απλούστατα ότι, οι επενδυτές εκμεταλλεύονται τη διαφορά επιτοκίου μεταξύ των ΗΠΑ και του Μεξικού – δανειζόμενοι για παράδειγμα με 3% χρήματα από τις ΗΠΑ και τοποθετώντας τα στο Μεξικό με 7%, για όσο το δυνατόν μικρότερο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε να μην έχουν το ρίσκο της υποτίμησης.

Κατά την εφημερίδα, το γεγονός αυτό είναι καλό για το Μεξικό, επειδή η εισροή ξένων κεφαλαίων μειώνει ελαφρά τη διαφορά επιτοκίων μεταξύ του Μεξικού και των άλλων βιομηχανικών χωρών – χωρίς όμως να αναφέρει ότι, πρόκειται για μία τεχνητή μείωση που ασφαλώς είναι επικίνδυνη, ενώ τα χρήματα που εισρέουν στη χώρα, δεν βοηθούν σε τίποτα την οικονομία της.

Η Τουρκία

Συνεχίζοντας, κάτι σχετικά ανάλογο αναφέρει η γερμανική Handelsblatt για την Τουρκία (πηγή) – γράφοντας ότι, ένα από τα πιο επικερδή «carry trades» απειλεί να καταρρεύσει. Πως μία δημοφιλής επενδυτική στρατηγική με τη χρήση της τουρκικής λίρας, η οποία έχει αποδειχθεί στο παρελθόν κερδοφόρα, φτάνει στο τέλος της – επειδή η δραστική μείωση της ισοτιμίας του τουρκικού νομίσματος, καθιστά τους επενδυτές επιφυλακτικούς.

Όπως τονίζεται, το τουρκικό εθνικό νόμισμα σημειώνει νέα αρνητικά ρεκόρ το 2025 – ενώ για πρώτη φορά το αμερικανικό δολάριο κοστίζει πάνω από 41 λίρες (γράφημα). Η λίρα έχει χάσει περισσότερο από το 16% της αξίας της φέτος και σχεδόν 21% μέσα σε ένα χρόνο – κάτι που θέτει σε κίνδυνο την επενδυτική στρατηγική των «carry trades», εν προκειμένω μεταξύ δολαρίου και λίρας.

Εξέλιξη ισοτιμίας δολαρίου και τουρκικής λίρας

Πού οφείλεται η πτώση του τουρκικού νομίσματος; Κυρίως στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της χώρας, λόγω του οποίου το εξωτερικό της χρέος έχει αυξηθεί στα 527,495 δις $, από 410 δις $ το 2020 (πηγή). Εν τούτοις, το εξωτερικό έλλειμμα της Τουρκίας είναι χαμηλότερο από το αντίστοιχο της Ελλάδας (γράφημα) – ενώ, αν και το δημόσιο χρέος της είναι μόλις στο 24,7% του ΑΕΠ της (2024), ο προϋπολογισμός είναι επίσης ελλειμματικός (-4,9% του ΑΕΠ).

Σύγκριση ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας (μπλε καμπύλη) και της Ελλάδας, ως ποσοστά του ΑΕΠ.

Στην Ελλάδα βέβαια, είναι σε εξέλιξη επίσης μία συνεχής υποτίμηση του νομίσματος μας, αλλά δεν την καταλαβαίνουμε – επειδή η υποτίμηση εντός μίας νομισματικής ένωσης εμφανίζεται στο κόστος εργασίας ανά μονάδα παραγομένου προϊόντος, δηλαδή στους πραγματικούς μισθούς, όπου λόγω των εξωτερικών ελλειμμάτων έχουμε καταντήσει τελευταίοι, πίσω ακόμη και από τις πρώην σοβιετικές οικονομίες (ανάλυση).

Επανερχόμενοι στο «carry trade», το ερώτημα είναι για ποιόν ήταν επικερδείς οι συναλλαγές με το τουρκικό νόμισμα – όπου σίγουρα δεν ήταν για την Τουρκία, όπως ούτε για το Μεξικό, παρά το ότι πράγματι εισέρρευσαν χρήματα στην οικονομία τους. Γιατί; Επειδή δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να κάνει κανείς με αυτά τα χρήματα – λόγω του ότι επενδύονται όσο το δυνατόν πιο βραχυπρόθεσμα, εξαιτίας του κινδύνου να προκληθεί από κάποιο γεγονός υποτίμηση του νομίσματος, η οποία θα μπορούσε να εξαλείψει το κέρδος των «επενδυτών».

Νομισματική κερδοσκοπία και εμπορικός πόλεμος

Περαιτέρω, η κερδοσκοπία αυτού του είδους με το νόμισμα, έχει συνήθως απίστευτα αρνητικές επιπτώσεις στις «χώρες στόχους» - επειδή καθιστά σχεδόν αδύνατη την άσκηση μίας λογικής οικονομικής πολιτικής. Ειδικότερα, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, κυρίως στη Βραζιλία (ανάλυση), οι αγορές παράγουν συστηματικά ψευδείς ισοτιμίες, μέσω νομισματικών υπερτιμήσεων που διαρκούν μήνες ή και χρόνια – κάτι που δεν υπονομεύει μόνο την ορθολογική οικονομική πολιτική αλλά, επιπλέον, προκαλεί τεράστιες στρεβλώσεις στο διεθνές εμπόριο, ενώ φυσικά κοστίζουν τα υψηλά επιτόκια που πληρώνει η «χώρα στόχος» στους επενδυτές.

Πρόκειται λοιπόν στην ουσία για έναν αφανή εμπορικό πόλεμο που δεν γίνεται κατανοητός εύκολα – ενώ η εξάρτηση της «χώρας στόχου» από τους carry traders, την οδηγεί συχνά στην αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων της, για να τους ικανοποιήσει και να εμποδίσει τη μαζική εκροή των χρημάτων τους. Σε κάθε περίπτωση, όποιος θέλει να δημιουργήσει εισόδημα απλά και μόνο ανταλλάσσοντας ένα νόμισμα με ένα άλλο, χρειάζεται να παρακολουθεί τα εξής:

(α) το επιτόκιο του νομίσματος που κατέχει ή στο οποίο είναι χρεωμένος (=του νομίσματος χρηματοδότησης),

(β) το επιτόκιο του νομίσματος στόχου - δηλαδή του νομίσματος στο οποίο ανταλλάσσει το δικό του ή το νόμισμα χρηματοδότησης και

(γ) την πιθανή αλλαγή στη σχέση νομισμάτων – δηλαδή, τη συναλλαγματική ισοτιμία μεταξύ του νομίσματος στόχου και του δικού του νομίσματος (ή του νομίσματος χρηματοδότησης), κατά την περίοδο της επένδυσης στο ξένο νόμισμα.

Φυσικά «επενδύει», κερδοσκοπεί καλύτερα σε νομίσματα, τα επιτόκια των οποίων είναι υψηλότερα από το δικό του νόμισμα ή από το νόμισμα που έχει δανεισθεί – κάτι που δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο, επειδή τα βραχυπρόθεσμα (ονομαστικά) επιτόκια που συνήθως «εμπλέκονται», καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από τις κεντρικές τράπεζες, οπότε δεν παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις.

Εάν λοιπόν ο «επενδυτής» έχει επιλέξει ένα νόμισμα στόχο με σχετικά υψηλό επιτόκιο, δεν μπορεί παρά να έχει κέρδος – λόγω του ότι μόνο τα ονομαστικά επιτόκια που είναι αρκετά προβλέψιμα για σύντομα χρονικά διαστήματα έχουν σημασία, αφού ο «επενδυτής» δεν θέλει να αγοράσει τίποτα στη χώρα του «νομίσματος στόχου».

Ο κίνδυνος προέρχεται μόνο από την πιθανότητα υποτίμησης του «νομίσματος στόχου» - γεγονός που σημαίνει ότι, μετά την ανταλλαγή του «νομίσματος στόχου» πίσω στο δικό του νόμισμα, στο τέλος της επενδυτικής περιόδου, ο «επενδυτής» λαμβάνει λιγότερο από το δικό του νόμισμα από ότι επένδυσε. Αντίθετα, εάν το «νόμισμα στόχος» ανατιμηθεί, ο «επενδυτής» λαμβάνει την απόδοση από τη διαφορά επιτοκίου, συν ένα κέρδος ανατίμησης - επειδή ένα θετικό ποσόν προστίθεται στη διαφορά επιτοκίου, κατά την ανταλλαγή του «νομίσματος στόχου» πίσω στο δικό του νόμισμα.

Το παράλογο αυτής της διαδικασίας τώρα έγκειται στο ότι, το μέλλον για «το νόμισμα στόχο», δηλαδή η τιμή στην οποία κάποιος μπορεί να αγοράσει το «νόμισμα στόχο» σήμερα για τρεις ή για έξι μήνες, υποδηλώνει συνεχώς μια υποτίμηση του «νομίσματος στόχου».

Γιατί; Επειδή το νόμισμα με το υψηλότερο επιτόκιο, διαπραγματεύεται πάντα με έκπτωση που αντιστοιχεί ακριβώς στη διαφορά επιτοκίου – αφού, εάν δεν ίσχυε, θα μπορούσε κανείς να αποκομίσει κέρδη από arbitrage (= από τη διαφορά τιμών σε διάφορες χώρες για τα ίδια πάγια), χωρίς κίνδυνο, κάτι που η αγορά έχει σχεδιαστεί για να το αποφεύγει.

Εν τούτοις, όταν το «νόμισμα στόχος» τοποθετείται στο στόχαστρο πολλών και ισχυρών επενδυτών, ανατιμάται τεχνητά από την ίδια την εισροή των κεφαλαίων τους – οπότε παύει να ισχύει ο κανόνας της έκπτωσης που αντιστοιχεί στη διαφορά επιτοκίου. Η ανατίμηση βέβαια αυτή, δημιουργεί μία κατάσταση στη «χώρα στόχο» που τελικά καθιστά μη βιώσιμη την οικονομία της – επειδή η χώρα χάνει συνεχώς μερίδιο στις διεθνείς αγορές, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της γίνεται ελλειμματικό και το εξωτερικό της χρέος αυξάνεται.

Όλα αυτά δεν ενδιαφέρουν όμως τους επενδυτές, αφού ο στόχος τους είναι το βραχυπρόθεσμο κέρδος – ενώ γνωρίζουν πως ο κίνδυνος των συγκεκριμένων επενδύσεων τους αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου, οπότε προετοιμάζονται να αποχωρήσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα, πριν συμβεί το αναπόφευκτο.

Από οικονομικής άποψης τώρα, η ανατίμηση είναι εντελώς παράλογη - επειδή αυξάνει την αξία ενός νομίσματος του οποίου ο πληθωρισμός είναι σχετικά υψηλός, οπότε συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, από αυτό που προβλέπουν τα οικονομικά εγχειρίδια. Σε τελική ανάλυση λοιπόν, η κερδοσκοπία του «carry trade» αποσταθεροποιεί το «νόμισμα στόχο» και μαζί του ολόκληρη την οικονομία - επειδή το νόμισμα ανατιμάται πολύ απότομα σε πραγματικούς όρους, η χώρα χάνει κατά συνέπεια τη διεθνή ανταγωνιστικότητά της, παρά το ότι δεν έχει κάνει η ίδια λάθος, ενώ στη συνέχεια το νόμισμα υποτιμάται επίσης απότομα, προκαλώντας πολλά άλλα προβλήματα.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας είναι προφανές ότι, η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να επιβιώσει ούτε στιγμή εκτός της Ευρωζώνης – πως είναι λοιπόν εγκλωβισμένη πια, με δημόσιο χρέος που υπερβαίνει το 150% του ΑΕΠ της, με συνεχή ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών, τα οποία αυξάνουν συνεχώς το εξωτερικό της χρέος (είναι υψηλότερο από της Τουρκίας που όμως έχει υπερτετραπλάσιο ΑΕΠ στα 1,32 τρις $), με ένα χρεοκοπημένο οικονομικό μοντέλο και με τα πάγια της (δημόσια περιουσία) αφενός μεν να έχουν μεταφερθεί στο Υπερταμείο των ξένων (ανάλυση), αφετέρου να ξεπουλιούνται.

Μπορεί βέβαια να εξασφαλίζει η Ευρωζώνη τη μη κρατική πτώχευση της, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα (ανάλυση), αλλά στην ουσία προκαλεί τη σταδιακή χρεοκοπία των Πολιτών της. Πώς; Μέσα από την πτώση των πραγματικών μισθών τους που έχουν το ρόλο της νομισματικής υποτίμησης, από την υπερφορολόγηση τους, από την απώλεια των περιουσιακών τους στοιχείων κλπ. – έναν αργό θάνατο που μπορεί ανά πάσα στιγμή να επιταχυνθεί.

https://analyst.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.